Γιάννης Ρέτσος – πρόεδρος ΣΕΤΕ: Η Ελλάδα πολύ ώριμη για επενδύσεις, υπάρχει εκδηλωμένο ενδιαφέρον
Καλεσμένος στο στούντιο της εκπομπής DRIVE & TRAVEL, με τους Δημήτρη Μπαλή και Καλλιστώ Γούναρη, εκπομπή που μεταδίδεται κάθε Σάββατο 8-10 το πρωί από τον SPORT24 RADIO 103,3 και μέσω διαδικτύου και συνεργαζόμενων σταθμών, ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ, Γιάννης Ρέτσος. Σε μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη, αναφέρθηκε διεξοδικά στους στόχους του ελληνικού τουρισμού και στα ζητήματα που αντιμετωπίζει, στη σημασία του ως βασικό έσοδο της χώρας και στις ενέργειες του ΣΕΤΕ.
Βρισκόμαστε στο κατώφλι του 2018 και οι προσδοκίες πρέπει να έχουν επαληθευτεί για το 2017. Συμφωνείτε ότι κινείται καλύτερα ο τουρισμός;
Ο τουρισμός κινείται ανοδικά από το 2013 και μετά. Χρόνο με τον χρόνο, στα βασικά μεγέθη, στις αφίξεις και τα έσοδα, καταγράφονται αλλεπάλληλα ρεκόρ. Θυμίζω ότι, το προηγούμενο διάστημα πριν την κρίση, το 2008 είχε προηγηθεί μια περίοδος μεγάλης πτώσης και ύφεσης, και είναι χρήσιμο να τονίσουμε ότι ξεκινήσαμε από πολύ χαμηλά με βασικό εργαλείο μάρκετινγκ τις μειωμένες τιμές στα ξενοδοχεία. Σε κάθε περίπτωση να κρατάμε ως θετικό ότι ο τουρισμός όχι μόνο άντεξε, αλλά διαφοροποιήθηκε από την πτωτική τάση που χαρακτήρισε τους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας δείχνοντας όχι μόνο ότι είναι ένας τομέας με προοπτικές ανάπτυξης, αλλά κυρίως ότι η Ελλάδα μπορεί να βασίσει πάνω του και την έξοδό της από την κρίση και την επιστροφή πια στην ανάπτυξη. Έτσι, εμείς ως τουριστικοί επαγγελματίες και εκπρόσωποι του ΣΕΤΕ, σε αυτό το σημείο καμπής, έχουμε την ευθύνη και την υποχρέωση να διαμορφώσουμε στρατηγική ώστε να αποτελέσει ο τουρισμός βασικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας σε βάθος χρόνου και όχι να είναι μια ευτυχής συγκυρία λίγων ετών.
Ξεκινώντας από έναν τουρισμό με 15 εκατ. αφίξεις, σχεδόν τον διπλασιάσαμε, ώστε να μιλάμε σήμερα για 30 εκατ. Τελικά, πόσα είναι τα έσοδα;
Μέσα σε βάθος περίπου μιας δεκαετίας ενώ διπλασιάσαμε τις αφίξεις, τα έσοδά μας αυξήθηκαν κάπου στο 40% -50%, νούμερο χαμηλό που μας προβληματίζει διαχρονικά. Αυτό οφείλεται σε πολλούς λόγους, όχι μόνο εσωτερικούς αλλά και εξωγενείς. Για παράδειγμα, η ύφεση που παρατηρήθηκε στην Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο από το 2008 και μετά, άλλαξαν τις συνήθειες των ταξιδιωτών, μείωσαν τη μέση διάρκεια των διακοπών τους, αυξήθηκε η ανταγωνιστικότητα μεταξύ προορισμών, με συνέπεια οι τιμές να πέφτουν και φυσικά υπάρχουν πολλοί άλλοι παράγοντες, που αξίζει να τους μελετήσουμε κάποια στιγμή. Έχοντας αυξήσει τις αφίξεις περίπου στα 30 εκατ. προφανώς προσδοκάς και πολύ περισσότερα έσοδα που τώρα θεωρώ ότι θα πλησιάσουν τα 14,5 δισεκατομμύρια.
Συγκλίνει η γνώμη του ΣΕΤΕ με εκείνη του Υπουργείου Τουρισμού; Διότι παρατηρήσαμε τα τελευταία χρόνια μια διάσταση απόψεων. Ενώ εσείς λέτε ότι είμαστε στο πλην η κυρία Κουντουρά κάνει λόγο για λάθος μετρήσεις, λάθος στοιχεία λέγοντας ότι είμαστε στο συν.
Το βασικό πρόβλημα είναι ότι δεν έχουμε στατιστικά στοιχεία, σαν στοιχείο εσόδων τουρισμού. Υπάρχει μόνο η Έρευνα Συνόρων που διενεργείται από την Τράπεζα της Ελλάδας όπως και στα υπόλοιπα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ωστόσο, χρόνο με το χρόνο, αλλάζουν οι τάσεις στο πως διαφοροποιείται το δείγμα, πως σταθμίζεται, και αυτές είναι λεπτομέρειες που τον τουρισμό δεν πρέπει να τον ενδιαφέρουν. Εν πάσει περιπτώσει, εμείς θεωρούμε θετικό ότι έσοδα είναι αυξητικά, από την άλλη παρατηρούμε ότι τα βασικά μεγέθη που μειώνονται, που είναι η μέση παραμονή και η μέση κατανάλωση, κοιτάμε τι μπορούμε να κάνουμε εμείς ως ιδιώτες, και που μπορεί η Πολιτεία να συνεισφέρει, διότι όλα αυτά αφορούν συνέργειες που δεν μπορούν να λειτουργήσουν ανεξάρτητα. Είμαστε σε μία κρίσιμη φάση και το ζητούμενο είναι πώς θα καταστρώσουμε την στρατηγική μας ώστε να έχουμε αύξηση εσόδων μελλοντικά και πώς αυτό θα διαχυθεί στην ελληνική κοινωνία.
Μιλάμε για έναν πολύ σημαντικό τομέα διότι ο τουρισμός απασχολεί το ένα τέταρτο του δυναμικού της χώρας. Ποια είναι η σχέση με το ανθρώπινο δυναμικό; Θέλουμε περισσότερους Έλληνες;
Με τη ραγδαία αύξηση της ανεργίας και με την αντίστοιχη οριακή αύξηση της απασχόλησης στον τουρισμό, και ειδικά στους μήνες αιχμής Απριλίου – Οκτωβρίου, όντως έχει φθάσει να δίνει μία στις τέσσερις θέσεις ο τουρισμός. Σαφώς και θέλουμε περισσότερους καταρτισμένους Έλληνες. Ένας στους τρεις νέους που καταρτίζονται βρίσκουν μόνιμη δουλειά, την στιγμή που στους άλλους τομείς το ίδιο ποσοστό μετά βίας αγγίζει το 8%. Βέβαια, μόλις πέρσι είδαμε τις πρώτες σχολές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Εμείς από την πλευρά μας, ως ΣΕΤΕ, στηρίζουμε πάνω από 60 σεμινάρια δεξιοτήτων ετησίως, και το σχολείο Τουρισμού της Καλαμάτας και αναλάβαμε το voucher. Ο τουρισμός είναι ο μόνος κλάδος που διατηρεί ακόμα τις συλλογικές συμβάσεις και οι αμοιβές, σύμφωνα με τα περσινά στοιχεία του ΙΚΑ, λένε ότι ο μέσος μισθός διαμορφώθηκε στα 1000€ μηνιαίως. ΄
Ποια όμως είναι η συνεισφορά του τουρισμού στο ΑΕΠ της χώρας;
Έχει φτάσει στο 20% του ΑΕΠ, μαζί τους πολλαπλασιαστές που χρησιμοποιούνται στον υπολογισμό -γιατί δεν είναι μόνο τα απευθείας έσοδα, αλλά και η διάχυση τους- και οι μελέτες δείχνουν ότι μπορεί στα επόμενα χρόνια να φτάσει ως και το 27%. Εδώ να σημειώσω, ότι δεν θα είναι επιτυχία να φτάσει στο 27% με σταθεροποιημένο το ΑΕΠ στα σημερινά επίπεδα της χώρας, αλλά με το ΑΕΠ να αυξάνεται, γιατί αυτό σημαίνει ότι θα έχει συμπαρασύρει αντίστοιχα και άλλους τομείς της οικονομίας και απ’ όσο ξέρουμε σε καμία χώρα του κόσμου δεν υπάρχει καλό μοντέλο ανάπτυξης το οποίο να βασίζεται μόνο σε μία δραστηριότητα.
Και μια που λέμε για ανάπτυξη και οικονομία, βλέπουμε ότι οι επενδύσεις δεν γίνονται όπως γίνονταν τα προηγούμενα χρόνια. Έχουμε ακούσει ότι πολλές επενδύσεις είναι στα συρτάρια και αναμένουν έγκριση. Εσείς τι ενδείξεις έχετε, τι γίνεται με το χωροταξικό, επενδύσεις γίνονται;
Η Ελλάδα είναι πολύ ώριμη αυτή τη στιγμή για επενδύσεις και υπάρχει εκδηλωμένο επενδυτικό ενδιαφέρον. Ευνοούν και οι γεωπολιτικές συγκυρίες. Έχουμε σε εξέλιξη μεγάλες επενδύσεις, όπως το Ελληνικό, η Κασσιόπη στην Κέρκυρα. Υπάρχουν, όμως, τρία μεγάλα προβλήματα που απασχολούν τους επίδοξους επενδυτές. Τα δύο είναι διαχρονικά, το τρίτο εσχάτως έχει προκύψει. Το πρώτο είναι η έλλειψη χωροταξικού σχεδιασμού, το δεύτερο είναι η πολύ μεγάλη καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης που μπορεί να καθυστερήσει πάρα πολύ μια επένδυση, που είτε έχει αρχίσει είτε προσπαθεί να αρχίσει, και το τρίτο είναι η υπερφορολόγηση, διότι τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει το πιο βεβαρημένο τουριστικό προϊόν από άποψη ΦΠΑ, φόρου στα ακίνητα, αλλά και με το νέο φόρο διαμονής.
Ο φόρος διαμονής πως θα περάσει στον κόσμο;
Θα τον επιβαρυνθεί ο επισκέπτης με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Θα ενημερωθεί επισήμως ότι πληρώνει για το δημόσιο προϋπολογισμό της χώρας και δεν νομίζω ότι κανείς θα το κάνει αυτό με ευχαρίστηση. Ακούω συχνά ότι επιβάλλεται και σε άλλες πόλεις του κόσμου, όμως εκεί δεν είναι φόρος, είναι τέλος. Αναφέρονται συχνά παραδείγματα όπως η Ρώμη, το Μιλάνο. Εκεί το τέλος είναι της πόλης και τα χρήματα πάνε στην ευταξία της, κάτι που λειτουργεί ανταποδοτικά για τον τουρίστα.
Να αλλάξουμε λίγο κλίμα. Με δεδομένο ο λεγόμενος ποιοτικός τουρισμός είναι στόχος και ότι Ελλάδα έχει ένα τουριστικό προϊόν που μπορεί να τον υποστηρίξει τι δρόμο έχει να διανύσει;
Ο, στόχος ποιότητας του τουρισμού, είναι πλέον μια ολιστική υπόθεση. Η εξέλιξη των πραγμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο, η εκπαίδευση του ταξιδιώτη, η δυνατότητά του να επιλέγει ανάμεσα σε προορισμούς με μικρές τιμολογιακές διαφορές, τον έχει κάνει πολύ πιο απαιτητικό. Αναζητά την εμπειρία, άρα η ποιότητα έχει πάρα πολλές παραμέτρους. Έχει να κάνει δημόσιες υποδομές, με την εστίαση με το κατάλυμα με την ίδια την κοινωνία, με τον πολιτισμό και με τον τρόπο που παρέχεται. Για να επιτευχθεί απαιτούνται μεγάλες εργασίες και συνέργειες και πρώτα απ’ όλα να καταλάβει ο ίδιος ο Έλληνας πολίτης και η τοπική κοινωνία πόσο σημαντικό είναι να συμμετέχεις στην δημιουργία ενός ποιοτικού προϊόντος. Δύσκολα θα πείσεις την οποιαδήποτε κυβέρνηση να κάνει πρώτη αυτή τα σωστά βήματα. Οπότε το κινούμε ιδιωτικά. Ήδη από τον Ιούνιο με τον ΣΕΤΕ έχουμε πάει σε 11 περιοχές της Ελλάδος για να εργαστούμε προς αυτή την κατεύθυνση.
Στην Ελλάδα κινούμαστε με δύο ταχύτητες, μία η νησιωτική και μία η ηπειρωτική, με το γνωστό πρόβλημα της εποχικότητας να είναι ακόμα πιο έντονο στην ηπειρωτική. Εσείς, ως ΣΕΤΕ, στοχεύετε στο να αλλάξετε την πορεία αυτή;
Αυτή είναι η βασική μας στόχευση όταν μιλάμε για διασύνδεση του προϊόντος και με άλλους τομείς. Είναι οι τρόποι για να φέρεις και περισσότερο κόσμο. Και δεν είναι μόνο δύο οι ταχύτητες, αλλά πολύ περισσότερες, διότι υπάρχουν διαφοροποιήσεις ακόμα και εντός της ηπειρωτικής Ελλάδας. Αυτό βέβαια δεν είναι παράξενο. Η Ελλάδα είναι μια χώρα με μεγάλη ποικιλομορφία και αυτό μπορεί να είναι και το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα, Έχει πολλά να προσφέρει, όχι μόνο σε προορισμούς άλλα και πολλές θεματικές εμπειρίες. Εκεί πρέπει να εστιάσουμε.
Πλέον, έχουμε περισσότερες δημόσιες υποδομές, νέα οδικά δίκτυα, ο σιδηρόδρομος προχωρά. Είμαστε πολύ καλύτερα για να βοηθήσουμε και την ηπειρωτική Ελλάδα. Είναι όντως ένα όπλο επαρκές οι υποδομές;
Σαφώς και η βελτίωση των υποδομών παίζει ρόλο. Διαθέτουμε πλέον ένα από τα πιο σύγχρονα οδικά δίκτυα στην Ευρώπη, και η δυναμική θα βοηθήσει. Ήδη έχουμε δει τον θετικό αντίκτυπο στην Πελοπόννησο και σε άλλες περιοχές. Ωστόσο η βασική τουριστική δραστηριότητα είναι στα νησιά και δεν έχει καθόλου καλές δημόσιες υποδομές, λιμάνια, αποχετεύσεις, ύδρευση. Εκεί πονάμε.
Σε πολλά ξενοδοχεία, περίπου 1000, χρησιμοποιούν το «Ελληνικό Πρωινό» αφήνοντας έτσι στον ταξιδιώτη μια δυνατή γευστική εμπειρία, κάνοντάς τον να αναζητήσει τα προϊόντα και μετά ή και στην χώρα του. Τι γίνεται με αυτές τις προσπάθειες;
Το «Ελληνικό Πρωινό» είναι η προσπάθεια του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδας που έχει φτάσει πλέον σε στάδιο πιστοποίησης και το έχει αναδείξει σε ουσιαστικό εργαλείο μάρκετινγκ, αλλά γίνονται και προσπάθειες μεμονωμένες ή από μικρότερες ομάδες, στην Κρήτη ας πούμε είναι η We Do Local και η AGreco Farm, και στον ΣΕΤΕ θα τις καταγράψουμε σε μία πλατφόρμα και θα τις προβάλλουμε, ώστε να διευκολύνουμε τον επιχειρηματία να έρθει σε επαφή μαζί τους.
Βλέπουμε όμως και άλλες προσπάθειες, αυτή της TUI για παράδειγμα που έβαλε στο πρόγραμμά της στην Κρήτη. Να φέρει κοντά διάφορους παραγωγούς και να τους κάνει μια ομάδα με στόχο την εξωστρέφεια.
Βλέπουμε πλέον, οι μεγάλοι διεθνείς παίκτες, όπως και εμείς, ότι χρειάζεται διαφοροποίηση στο προϊόν. Δεν μπορείς να πουλάς πάντα το ίδιο προϊόν σε όλη τη Μεσόγειο. Πρέπει να κινηθείς διαφορετικά, για να υπάρξει και το ενδιαφέρον του πελάτη και ως εκ τούτου μια καλύτερη τιμή πώλησης.
Η Αθήνα παίρνει τα πάνω της, ανακοινώθηκαν νέα ξενοδοχεία μέσα στο 2018 εντός Αττικής. Εσείς που είστε και επιχειρηματίας στον τομέα, τι βλέπετε;
Η Αθήνα, από τη μία είναι η πρωτεύουσα της χώρας, και από την άλλη είναι μια πόλη που έμενε στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης εδώ και πολλά χρόνια. Η Αθήνα, σήμερα, που ακούμε τους έντονους πανηγυρισμούς για την τουριστική της κίνηση, το 2017 θα έχει λίγο κάτω από 4 εκατ. αφίξεις, ενώ στα μέσα της δεκαετίας του ’80 είχε τα διπλάσια. Από το ’85 και μετά είχε μια φοβερή πτώση, γιατί είχε σαν βασική αγορά τους Αμερικανούς, οι οποίοι εξαφανίστηκαν έπειτα από τα γνωστά γεγονότα. Ύστερα αποκλείστηκε και η κρουαζιέρα. Με τους Ολυμπιακούς Αγώνες η Αθήνα άρχισε να ανακάμπτει, ως προορισμός μέχρι το 2008, που γνωρίζουμε όσα έγιναν και η Αθήνα κατέρρευσε τουριστικά. Από το 2008 ως το 2012, 80 ξενοδοχεία έκλεισαν. Έλεγαν τότε, μάλιστα έλεγα, ότι θα ανακάμψει η Αθήνα. Ωστόσο έχουμε πολύ δρόμο ακόμη με τα μισθωμένα διαμερίσματα και την Airbnb, που δεν υπάρχει καταγραφή. Αυτή η ιστορία μου θυμίζει τα τέλη της δεκαετίας του ’90, που κάθε Έλληνας ονειρευόταν να γίνει χρηματιστής. Η οικονομία του διαμοιρασμού έχει τις επιπτώσεις της.
Με τη Θεσσαλονίκη τι γίνεται;
Είχε μεγαλύτερο πρόβλημα γιατί στόχευε σε συγκεκριμένες αγορές και έφτασε σε ένα σημείο να έχει ένα πολύ καλό ξενοδοχειακό προϊόν, αλλά ουσιαστικά χωρίς πελατεία. Και αυτή ανακάμπτει τα τελευταία χρόνια και θεωρώ σημαντικό ότι η Fraport, σύμφωνα με όσα μπορώ να γνωρίζω, θα δώσει στο αεροδρόμιο και στις συνδέσεις του μεγάλο βάρος. Το «Μακεδονία» θα μπορούσε άνετα να γίνει hub των Βαλκανίων, και ειδικά με την εγγύτητα της Θεσσαλονίκης με την Κωνσταντινούπολη, η οποία διαθέτει μεγάλο κομμάτι εύρωστης αστικής τάξης και αυτό αφορά όλη την Μακεδονία.
Ποια περιοχή βλέπετε ότι φέτος θα κάνει την έκπληξη;
Η Ήπειρος είναι μια περιοχή εξαιρετικά ανερχόμενη και έχει γίνει μια πολύ καλή συμμαχία ανάμεσα στον ιδιωτικό τομέα και στην Περιφέρεια. Είναι μια ομάδα, θα έλεγα με χημεία που έλκει και άλλους φωτισμένους και ενεργούς ανθρώπους. Χαρακτηριστικά θα αναφέρω το Διάζωμα του Σταύρου Μπένου. Η περιοχή έχει πολλές μορφές θεματικού τουρισμού. Καταπληκτική γαστρονομία και φοβερή πρωτογενή παραγωγή και μαζί με την πολιτιστική εμπειρία δημιουργείται ένα πακέτο προστιθέμενης αξίας για να προσελκύσει και τον ποιοτικό τουρίστα. Ναι μεν έχει μικρή ξενοδοχειακή υποδομή, αλλά έτσι κι αλλιώς δεν ενδείκνυται για μαζικό τουρισμό. Επίσης η Πελοπόννησος είναι μια περιοχή που ανεβαίνει.
Κύριε Ρέτσο σας ευχαριστούμε και ανανεώνουμε το ραντεβού σε σύντομο χρονικό διάστημα, διότι ο τουρισμός ενδιαφέρει όλους μας.
Κι εγώ σας ευχαριστώ. Καλή χρονιά.