Όσα είπαμε με τον βασιλιά Πελέ σε μια συνέντευξη το 1993 στην Αθήνα
Στο ξεκίνημα της δημοσιογραφικής σου πορείας, 26 ετών τότε, το να καταφέρνεις να έχεις κατά μόνας συνέντευξη με τον Πελέ, ίσως να μην βρισκόταν στα «μπορώ» της δουλειάς. Ηταν όμως στα «θέλω» τα δικά μου, στο πείσμα που με διέκρινε, ανέκαθεν, ότι τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο.
Στο άκουσμα της είδησης ότι θα έρθει στην Ελλάδα ο θρύλος του ποδοσφαίρου, ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής όλων των εποχών, μολονότι υπήρχε ο Μαραντόνα εν ενεργεία, δεν αντιστάθηκα στον πειρασμό να διεκδικήσω να μιλήσω μαζί του.
Ξεκινώντας την καριέρα μου ως αθλητικός δημοσιογράφος, και μάλιστα από την τηλεόραση και το New Channel, από το 1989, έστειλα το αίτημα στην εταιρεία που είχε αναλάβει την παρουσία του Πελέ στην Ελλάδα και αυτό έγινε αποδεκτό. Θυμάμαι ότι υποδέχθηκα το «ναι» με χαρά, αλλά δεν πανηγύρισα, διότι αμέσως σκέφτηκα ότι μάλλον το δυσκολότερο κομμάτι της υπόθεσης ήταν να τον έχεις απέναντί σου και να τον ρωτάς.
Εφθασα στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία, στο Σύνταγμα. Η πολυεθνική εταιρεία πιστωτικών καρτών, της οποίας ο Πελέ ήταν πρεσβευτής με αφορμή το Μουντιάλ Ποδοσφαίρου του 1994 στις ΗΠΑ, είχε στήσει ήδη το σκηνικό.
Οι συνάδελφοι τεχνικοί, είχαν κι αυτοί την περιέργεια να δουν από κοντά τον Πελέ. Μετά την αρχή αμηχανία, η κάμερα στήθηκε, ο ηχολήπτης έβαλε τα μικρόφωνα και με το «είμαστε έτοιμοι» για να φιλμάρουμε τη συζήτηση, την πρώτη ερώτηση την έκανε ο Πελέ!
Δεν έχεις γράψει ερωτήσεις;
Βλέποντας να κρατώ ένα λευκό χαρτί μπροστά μου, ο βασιλιάς της μπάλας απόρησε. Η αλήθεια είναι ότι δεν είχα κρατήσει καμία σημείωση, δεν είχα γράψει ούτε μια ερώτηση. Τώρα που το ξανασκέφτομαι, μετά από τόσα χρόνια, απορώ κι εγώ με τον εαυτό μου. Είχα αποστηθίσει όλη του τη ζωή; Τα επιτεύγματά του; Τι επρόκειτο να τον ρωτήσω;
Η απάντησή μου ήταν αφοπλιστική για τον ίδιο: «Θα σε ρωτάω από αυτά που θα απαντάς». Κατευθείαν ενικός. Πώς αλλιώς θα τον προσφωνούσα; Κύριε Πελέ; Είχε ακριβώς τα διπλά χρόνια από μένα, ήταν 53 ετών τότε, όμως σε τέτοιες περιπτώσεις δεν χωράει πληθυντικός, ούτε καν ευγενείας.
Ακόμα σε θυμούνται η Σάντος και ο Πελέ
Προσπαθώ να ανασύρω από τη μνήμη μου στιγμές από τη συζήτησή μας, τότε, καθώς το τηλεοπτικό υλικό χάθηκε όταν το έδωσα για να φτιάξουμε τρέιλερ για τον ΣΠΟΡ FM το 1996.
Θυμάμαι, ότι η πρώτη μου ερώτηση ήταν για την παρουσία του, για δεύτερη φορά, στην Ελλάδα. Η πρώτη ήταν το 1961 με τη Σάντος, στην περιοδεία που έκανε στην Ευρώπη. «Παίξατε με ΑΕΚ, Παναθηναϊκό και Ολυμπιακό. Χάσατε μόνο από την ομάδα με τα κόκκινα, που έκανε ύμνο τη νίκη αυτή. Αλήθεια, πώς σε σταμάτησε ο Πολυχρονίου σε αυτόν τον αγώνα;», τον είχα ρωτήσει.
Το πρόσωπό του συνοφρυώθηκε, προσπαθώντας να θυμηθεί τον Πολυχρονίου. «Πώς τον έλεγαν τον παίκτη;». «Πολυχρονίου, Κώστα Πολυχρονίου τον έλεγαν», του είπα, λέγοντάς μου ότι θυμάται ότι τον έπαιξε πολύ στενά ένα νέο παιδί και πολύ δυνατό, τονίζοντάς μου ότι οι συμπαίκτες του ήταν πολύ κουρασμένοι από τους προηγούμενους αγώνες και δεν έπιασαν την απόδοση που ήθελαν, αλλά και από το γεγονός ότι ο Ολυμπιακός έκανε πολύ σκληρό παιχνίδι. Μου είπε και για τον κόσμο, με τα γεμάτα γήπεδα, και ήταν εντυπωσιασμένος.
Μπάλα, χρήματα και μάρκετινγκ
Δεν παρέλειψα να τον ρωτήσω για αυτό που αρκετοί τον κατηγορούσαν: ότι εμπορευματοποίησε το ποδόσφαιρο. Τον ρώτησα ότι ξεκίνησε φτωχός και έγινε πλούσιος όχι τόσο παίζοντας απίστευτη μπάλα, αλλά κυρίως διαφημίζοντας αυτό που έκανε και μου είπε ότι από νωρίς ασχολήθηκε με τη διαφήμιση, αλλά περισσότερο μετά το 1975, όταν πήγε στην Αμερική για να παίξει στον Κόσμο της Νέας Υόρκης. Τα πολλά λεφτά, 7 εκατ. δολάρια, τα πήρε πρώτα από τη μεταγραφή, στα 35 του χρόνια, και έπειτα από το όνομά του και τη φωτογραφία του που κοσμούσαν τα πάντα, επειδή ακριβώς στην Αμερική ξέρουν να πουλάνε τα πάντα. Μου είπε, λοιπόν, ότι πουλούσε το όνομά του διότι κάποια στιγμή θα σταματούσε το ποδόσφαιρο και κάτι άλλο θα έπρεπε να κάνει, όταν θα περνούσαν τα χρόνια.
Γιατί δεν έπαιξε σε ευρωπαϊκή ομάδα
Ένα ακόμα ερώτημα ήταν γιατί δεν έπαιξε μπάλα σε ομάδα της Ευρώπης, παρά μόνο σε Βραζιλία και Αμερική. Κι αυτό που μου είχε απαντήσει ήταν ότι υπήρχαν προτάσεις αλλά τότε δεν ήταν εύκολο ένας ποδοσφαιριστής να φύγει από τη Βραζιλία, διότι εκεί το ποδόσφαιρο είναι κάτι παραπάνω από σπορ και όταν σε λατρεύουν ακόμα περισσότερο και από το ίδιο το ποδόσφαιρο, τότε είναι πολύ δύσκολο να φύγεις. Μάλιστα είπε ότι είχαν επαναστατήσει τότε οι οπαδοί από τις προτάσεις που μάθαιναν ότι έχει.
«Η απόδραση των 11»
Το 1981 ο Πελέ πρωταγωνίστησε σε μια ταινία που αρκετοί ίσως θυμούνται. Η ταινία αφορούσε συμμαχικούς αιχμαλώτους πολέμου του 40, που έπαιξαν απέναντι σε Γερμανούς και ήθελαν να βρουν ευκαιρία, μέσω του αγώνα, να αποδράσουν. Ολοι θυμούνται το ανάποδο ψαλίδι που έκανε και τον ρώτησα αν ήταν στημένο. Εβαλε τα γέλια, διότι το να πιάσεις ένα τέτοιο σουτ, μόνο στημένο δε μπορεί να είναι.
Πελέ ή Μαραντόνα
Ισως πολλοί να θεωρούν ότι Πελέ και Μαραντόνα δεν μιλιούνταν μεταξύ τους. Κάθε άλλο, υπήρχε μεγάλος σεβασμός και αυτό μου το ξεκαθάρισε στη συζήτηση, λέγοντας το αυτονόητο: ότι έζησαν σε διαφορετικές εποχές, με το ποδόσφαιρο να παίζεται αλλιώς.
Ούτε που μου είπε ότι ήταν καλύτερος από τον Αργεντίνο. Και βέβαια, η διαφήμιση των δύο, μαζί με τον Ζιντάν, το 2010, γεφυρώνοντας τρεις ποδοσφαιρικές γενιές, το επιβεβαίωσε. Και το γεγονός ότι ο Μαρντόνα έπαιζε ακόμα μπάλα, καθώς εκείνο το καλοκαίρι πήγε στην Αμερική κι αυτός, στη Νιούελς Ολντ Μπόις, μαρτυρούσε του λόγου το αληθές.
Το Μουντιάλ του 1994 στην Αμερική
Στην Ελλάδα ήρθε για να προμοντάρει το Παγκόσμιο Κύπελλο της Αμερικής και τον είχα ρωτήσει αν θα μπορούσε να πετύχει σε μια χώρα που το ποδόσφαιρο δεν είναι ούτε πρώτο, ούτε δεύτερο, ούτε καν τρίτο άθλημα. Κι αυτό που μου είπε πει είναι ότι ήταν ευκαιρία το ποδόσφαιρο, ως λαϊκό σπορ, να απλωθεί παντού, να πάει σε περισσότερες χώρες, να αναδειχθούν κι από αλλού παίκτες υψηλού επιπέδου. Κι εδώ που τα λέμε δεν είχε άδικο, καθώς και η Αμερική κατάφερε να κάνει καλή ομάδα και να παίξουν Αμερικανοί ακόμα και στην Ευρώπη. Και αυτό το οφείλουν στον Πελέ, που πήγε στον Κόσμο και έκανε την Αμερική να παραμιλά.
Θα τον ξεπεράσει κάποιος;
Όταν είσαι κορυφαίος, όλοι σε ρωτούν αν θα υπάρξει κάποιος που να μπορέσει να σε ξεπεράσει. Αυτό που μου είχε πει είναι ότι στην εποχή του δεν υπήρχε παντού τηλεόραση για να βλέπει ο πολύς κόσμος και ποδόσφαιρο, αυτά που έκανε εκείνος και οι άλλοι ποδοσφαιριστές. Τώρα που η τηλεόραση είναι σε όλα τα σπίτια, οι τωρινοί ποδοσφαιριστές, και αυτοί που θα ακολουθήσουν, θα έχουν περισσότερες ευκαιρίες για να φανούν.
Η πολιτική και η φιλανθρωπία…
Ο Πελέ είχε φιλανθρωπική δράση, υποστηρίζοντας και παιδιατρικό νοσοκομείο, αλλά η πολιτική, μέχρι το 1993 που κάναμε τη συζήτηση, δεν είχε μπει στη ζωή του. Τον είχα ρωτήσει αν τον ενδιαφέρει κι αν θυμάμαι καλά μου το είχε σχεδόν αποκλείσει. Όμως, επειδή στη ζωή ποτέ δεν λες ποτέ, το 1995 έγινε υπουργός Αθλητισμού, όντας ο πρώτος μαύρος σε αυτόν τον θώκο. Θα σταθώ στα παιδιά και θυμάμαι ότι στη λέξη αυτή τα μάτια του λαμπίριζαν, βλέποντας ίσως το ξεκίνημά του, ως ένα παιδί θαύμα που ήταν, και μου έλεγε ότι δεν θέλει να βλέπει δυστυχισμένους ανθρώπους και ότι αυτοί που έχουν κάνει παραπάνω πράγματα στη ζωή τους, οφείλουν να ανταποδίδουν.
Από το 2018 λειτουργεί και το ίδρυμα Pele Foundation. Επίσης, το 1992 ήταν πρεσβευτής του ΟΗΕ για το περιβάλλον. Πάντως, το 1993 είχε και κόντρα με τον πρόεδρο της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας της Βραζιλίας, γιατί είχαν απορρίψει την εταιρεία του να πάρει τα τηλεοπτικά δικαιώματα του Μουντιάλ. Μάλιστα, ο πρόεδρος της FIFA τον έθεσε εκτός κλήρωσης Μουντιάλ!!!
Ο Πελέ όταν σταμάτησε να παίζει μπάλα, το εννοούσε
Πολλοί, σταματώντας το ποδόσφαιρο, συνέχιζαν να παίζουν μπάλα για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Ο Πελέ, έπαιξε μόνο σε εκείνη την ταινία του 1981, αφότου σταμάτησε το 1977. Και δεν έβαλε ξανά ποδοσφαιρικά παπούτσια. Μου είπε ότι δεν αισθανόταν ότι μπορούσε να το κάνει, έχοντας ταλαιπωρημένα πόδια. Και είναι αλήθεια ότι και τραυματισμούς είχε και σκληρά παιξίματα είχε νιώσει στο πετσί του.
Αντίο μεγάλε, μέγιστε Πελέ. Οσοι σε γνωρίσαμε δεν θα σε ξεχάσουμε.