Δημήτρης Μπαλής
Δε γνωρίζω πόσο καιρό έκανε ο Ιάσωνας με τους Αργοναύτες, περίπου στα 1.400 π.Χ., για να πάνε από την Ιωλκό μέχρι της Κολχίδα (αρχαίο βασίλειο στη σημερινή Γεωργία) του Εύξεινου Πόντου, προκειμένου να πάρουν το χρυσόμαλλο δέρας.
Εκείνο που γνωρίζω είναι ότι δε χρειάζεται στις μέρες μας να κατασκευάσεις ένα ανθεκτικό πλοίο σαν την Αργώ, να αναγκαστείς να περάσεις από τις Συμπληγάδες Πέτρες, να κάνεις τα θελήματα του βασιλιά της Κολχίδας Αιήτη και τελικά με τη βοήθεια της κόρης του Μήδειας να αρπάξεις το χρυσόμαλλο δέρας και να επιστρέψεις στην Ιωλκό, όπως έκανε ο Ιάσωνας, προκειμένου να το δώσει στον θείο του Πελία και να ανακτήσει τον θρόνο του πατέρα του. Τελικά δεν τον πήρε αλλά δεν θα εξιστορήσω όλη τη μυθολογία, τώρα.
Θα πως, όμως, ότι με απευθείας πτήση της Aegean, η διαδρομή Αθήνα – Τιφλίδα διαρκεί δύο ώρες και σαράντα λεπτά και μόλις φθάνεις αρχίζει να ξεδιπλώνεται μια απίστευτη ιστορία χιλιετιών με τόσο συγγενικά στοιχεία με την Ελλάδα.
Ο Κάρλτος, ένας Γεωργιανός που ασχολείται με τον τουρισμό και είναι βαθύς γνώστης της ιστορίας, άρχισε να μου μιλά για το επίσημο όνομα της χώρας του, που μπορεί να το έδωσαν οι Έλληνες, λόγω της αγροτικής παράδοσης. Οι ίδιοι την αποκαλούν και Σακαρτβέλο (Sakartvelo) με το Sa να σημαίνει ο «τόπος να πας». Είπαμε και για την Αργοναυτική εκστρατεία πηγαίνοντας προς το ξενοδοχείο, χωρίς καλά καλά να έχει ξημερώσει, καθώς η πτήση φεύγει γύρω στις 12 το βράδυ από την Αθήνα και με δύο ώρες διαφορά φθάνει τις πρώτες πρωινές ώρες. Αφήσαμε τα υπόλοιπα για τη συνέχεια, στην πρώτη βόλτα που θα κάναμε στην Τιφλίδα, με καλό καιρό.
Έχοντας ξεκουραστεί αρκετά και με γεμάτες μπαταρίες, ο Κάρλτος μου είπε ότι ο Ιάσωνας πρέπει να έφθασε στο Μπατούμι και μέσω του ποταμού Ριόνι να πήγε στο Κουτάισι, που ήταν η πρωτεύουσα του αρχαίου βασιλείου της Κολχίδας. Εκεί συνέβησαν όσα μαρτυρούνται στη μυθολογία, και κάπως έτσι ξεκίνησε ένα θαυμάσιο, πενθήμερο οδοιπορικό στη Γεωργία, σε μια χώρα που αν δεν επισκεφθείς, ό,τι κι αν φαντάζεσαι για το τι ήταν πριν, δεν έχει καμία σχέση με το σήμερα και πιθανότατα ούτε με το αύριο.
Μάλιστα, η ημέρα της αναχώρησής μου από την Τιφλίδα, συνέπεσε με την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι η Γεωργία μπαίνει σε καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη χώρας, με χιλιάδες Γεωργιανούς να πανηγυρίζουν στους δρόμους (το 80% των πολιτών τάσσεται υπέρ της ένταξης).
Η Τιφλίδα που σε αιχμαλωτίζει
Η διαίσθησή μου για το ταξίδι στη Γεωργία δε με πρόδωσε. Ακριβώς 33 χρόνια μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης (26 Δεκεμβρίου 1991) και την ανεξαρτητοποίηση της Γεωργίας που είχε συμβεί νωρίτερα χρονικά (9 Απριλίου 1991), όλη η χώρα πέρασε σε μια νέα εποχή, ενστερνιζόμενη δυτικά πρότυπα ανάπτυξης, αλλά χωρίς να χάσει την ταυτότητά της. Κι αυτό είχα την ευκαιρία να το διαπιστώσω τόσο στην Τιφλίδα (Tbilisi), όσο και στα υπόλοιπα μέρη που επισκέφθηκα.
Η πρωτεύουσα, βέβαια, δίνει το στίγμα, με περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού της χώρας (3,7 εκατ.) να βρίσκεται εκεί. Υπάρχουν, όμως, και κάποια ακόμα εκατομμύρια στη διασπορά και στην Ελλάδα, βέβαια, αρκετοί. Η Τιφλίδα απλώνεται ουσιαστικά εκατέρωθεν του ποταμού Μετκουάρι (όπως τον λένε οι Γεωργιανοί) ή Κουρά (επειδή ξεκινά από την Τουρκία), αμφιθεατρικά σε υψώματα κι αυτό ήταν κάτι που μου άρεσε ιδιαίτερα. Σημειώνω ότι στον ποταμό αυτό και στα άλλα ποτάμια της Γεωργίας λειτουργούν υδροηλεκτρικές μονάδες, καλύπτοντας εξολοκλήρου τις ανάγκες σε ηλεκτρική ενέργεια της χώρας (υπογειοποιημένες οι παροχές ρεύματος!).
Η επιβλητική Μητέρα Γεωργία, ένα άγαλμα ύψους 25 μέτρων, με μορφή γυναίκας που κρατά μια κούπα κρασί (το εθνικό προϊόν που θα εξηγήσω αργότερα τι σημαίνει για τη χώρα) στο αριστερό χέρι, ως καλωσόρισμα, και ένα σπαθί για τους εχθρούς της στο δεξί, αποτελεί το πρώτο εμβληματικό χαρακτηριστικό της πόλης και εθνικό σύμβολο. Μπορείς να το παρατηρήσεις από τα περισσότερα σημεία της πόλης και βρίσκεται σε ένα λόφο, στη σκιά του μεσαιωνικού κάστρου Ναρικάλα (Narikala) του 4ου αιώνα. Ακριβώς από κάτω απλώνεται η Παλιά Πόλη με τη μοναδική ευρασιατική αρχιτεκτονική της, τα μικρά σοκάκια με τις όμορφες εκκλησίες, τα σπίτια με τα παραδοσιακά ξύλινα μπαλκόνια και τις εσωτερικές αυλές που θυμίζουν Ελλάδα του μεσοπολέμου, τα γραφικά καφέ και τα μπαράκια.
Προτίμησα να πάρω το εναέριο τελεφερίκ από τη μια πλευρά του ποταμού στην Πλατεία Ευρώπης και να περάσω στην άλλη, ανεβαίνοντας στο ύψος του κάστρου, για να βρεθώ σε απόσταση αναπνοής από τη Μητέρα Γεωργία. Εκεί κρατάς και την… αναπνοή σου από τη θέα, που είναι μοναδική και πραγματική καρτ-ποστάλ όποια φωτογραφία κι αν τραβήξεις. Βλέπεις τον σημερινό Καθεδρικό ναό Sioni της Τιφλίδας με τον χρυσό τρούλο, τη σύγχρονη γέφυρα Ειρήνης, τον παλαιό Καθεδρικό ναό Sameba στην Παλιά Πόλη, που χτίστηκε για να γιορταστούν τα 1.500 της αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Γεωργίας, το μοντέρνο γυάλινο κτήριο του Υπουργείου Δικαιοσύνης και άλλα νέα κτήρια σε ένα μίγμα με παλιά οικοδομήματα από τα πρώτα χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης έως και τα ύστερα χρόνια.
Για να επιστρέψω χαμηλά, είχα δύο επιλογές. Η μία ήταν να κάνω zip line και να περάσω πάνω από ένα υπέροχο πάρκο με φυσικούς καταρράκτες (υπάρχουν πολλοί στην πόλη) και να καταλήξω στους Βοτανικούς Κήπους που ιδρύθηκαν το 1845, και αποτελούν έναν χαλαρό περίπατο, ειδικά το καλοκαίρι. Η συλλογή τους περιλαμβάνει 4.500 είδη χλωρίδας από τη Γεωργία και άλλα μέρη του κόσμου. Όμως δεν είδα κάποιον υπεύθυνο εκεί, άρα μάλλον δε λειτουργούσε εκείνη τη μέρα. Έτσι, με τη δεύτερη επιλογή περπάτησα στο μονοπάτι, κατεβαίνοντας, και στην είσοδο του κάστρου σταμάτησα για μια ακόμα φωτογραφία. Από κάτω μου, στα δεξιά, στην άκρη της Παλιάς Πόλης, βρίσκονται τα θερμά λουτρά στη συνοικία Αμπανοτουμπάνι (Abanotubani). Εκεί μπορείς να θαυμάσεις τα όμορφα κτήρια με τρούλο από κόκκινο τούβλο που στεγάζουν τις περίφημες υπόγειες θειούχες πηγές της περιοχής. Λέγεται ότι οι θεραπευτικές τους ιδιότητες έχουν εγκωμιαστεί τόσο από τον Αλέξανδρο Δουμά όσο και από τον Αλεξάντρ Πούσκιν. Ήταν και ένας από τους λόγους που είπα να δοκιμάσω (την επόμενη μέρα) κι εγώ να μπω στα σχεδόν καυτά νερά. Κι αφού υποβλήθηκα σε… απολέπιση με ειδικό σφουγγάρι και ξέπλυμα με το ίδιο ζεστό νερό, ένιωσα πάνω μου το παγωμένο νερό που μου έριξε ο θεραπευτής, έτσι για να σφίξει το δέρμα!
Στην Παλιά Πόλη περιπλανήθηκα στα σοκάκια με τα μπαράκια, τα καφέ και τα εστιατόρια, όλα προσεγμένα σε στυλ, καθαριότητα και με ευγενικούς εργαζόμενους να σε προσκαλούν χωρίς να επιμένουν, όπως συμβαίνει σε πολλά τουριστικά καταστήματα. Το βράδυ δε, σε μια ιρλανδέζικη παμπ, ο Πολ, ένας Αμερικανός που ζει 20 χρόνια στην Τιφλίδα, έκανε με την μπάντα του ένα μοναδικό live πρόγραμμα με μπλουζ τραγούδια.
Την Τιφλίδα θέλεις τουλάχιστον δύο μέρες, γεμάτες, για να τη γυρίσεις. Πήγα στο Μουσείο Οίνου που στεγάζεται σε ένα από τα 13 καραβάν σαράι της Τιφλίδας. Εκεί καταγράφεται η ιστορία 8.000 χρόνων της Γεωργίας στο κρασί, με 525 ποικιλίες σταφυλιού. Δεν είναι τυχαία το πρώτο εξαγώγιμο προϊόν, με δεύτερο το ανθρακούχο νερό! Κι αλλού έχουν παράδοση στο κρασί, αλλά μόνο στη Γεωργία θα βιώσεις έναν παραδοσιακό τρόπο ζύμωσης για 6 μήνες, με όλο το σταφύλι μέσα σε μεγάλα πήλινα αγγεία που βρίσκονται χωμένα στη γη και εξέχει μόνο το στόμιο. Κβέβρι κλέι βάσελ (Qvevri clay vessel) λέγεται αυτός ο τρόπος παραγωγής κρασιού που έχει ενταχθεί στην άυλη πολιτιστική κληρονομιά της ΟΥΝΕΣΚΟ.
Εντυπωσιακή ξενάγηση βίωσα και στο κορυφαίο αρχαιολογικό και λαογραφικό μουσείο της Γεωργίας που απεικονίζει την πρόοδο της χώρας από την Εποχή του Χαλκού έως τις αρχές του 20ου αιώνα, με ανεκτίμητους θησαυρούς. Εκθαμβωτική είναι η συλλογή από χρυσά και ασημένια σφυρήλατα κοσμήματα, που χρονολογούνται από τον 8ο αιώνα π.Χ. και το βασίλειο της Αρχαίας Κολχίδας. Είδα και ελληνικά αρχαία, κάτι που επιβεβαιώνει τους στενούς εμπορικούς δεσμούς με την Ελλάδα, κατά την αρχαιότητα.
Αν θέλεις να δεις έργα ζωγραφικής σημαντικών Γεωργιανών καλλιτεχνών, από τον 4ο αιώνα μέχρι σήμερα, και την εκτεταμένη συλλογή έργων του διάσημου ζωγράφου Νίκο Πιροσμάνι, να πας στην Εθνική Πινακοθήκη.
Στο δε Κρατικό Μουσείο Μεταξιού, θα μάθεις όσα θέλεις για την παραγωγή μεταξιού στη Γεωργία, από τα διάφορα είδη μεταξοσκωλήκων έως τις τεχνικές βαφής υφασμάτων.
Κι αν θέλεις λίγο να μυηθείς σε ιστορικά γεγονότα, το κτήριο της Παλαιάς Βουλής (ήταν για δεκαετίες η έδρα της σοβιετικής διοίκησης στη Γεωργία) ήταν στο επίκεντρο με τις απεργίες πείνας των αντιφρονούντων το 1989, της ανακήρυξης της ανεξαρτησίας της Γεωργίας το 1991 και της Επανάστασης των Ρόδων το 2003.
Την Τιφλίδα την περπάτησα αρκετά αν και διαθέτει δύο γραμμές μετρό με 26 σταθμούς. Ειδικά τώρα προετοιμαζόμενη για τα Χριστούγεννα (τα γιορτάζουν στις 7 Ιανουαρίου) και την Πρωτοχρονιά είναι πολύ όμορφη στολισμένη, από το Προεδρικό Μέγαρο και τα τριγύρω ιστορικά κτήρια, έως τις λεωφόρους, τα σοκάκια και την Πλατεία Ελευθερίας, από όπου ξεκινά η Rustaveli Avenue, ο πιο κεντρικός δρόμος της πόλης, ενώ η Agmashenebeli Avenue έχει τα παλιά σπίτια. Αξιοθέατο και ο Πύργος του Ρολογιού.
Στη Μτσχέτα, τη δεύτερη Ιερουσαλήμ και σε προϊστορικό οικισμό
Η μικρή, τώρα, αλλά πολύ σημαντική πόλη για τη Γεωργία, η Μτσχέτα (Mtskheta) δεν απέχει πολύ από την Τιφλίδα, περίπου 20 χιλιόμετρα. Είναι μια από τις παλαιότερες συνεχώς κατοικούμενες πόλεις στον κόσμο και βρίσκεται στη συμβολή των ποταμών Μτκβαρί (Mtkvari) και Αραγκβί (Aragvi). Για σχεδόν χίλια χρόνια έως τον 5ο αιώνα μ.Χ., ήταν μια μεγάλη οχυρωμένη πόλη, σημαντικό οικονομικό και πολιτικό κέντρο του Βασιλείου της Ιβηρικής. Γενέτειρα του Χριστιανισμού στη Γεωργία, η Μτσχέτα ανακηρύχθηκε «Ιερά Πόλη» από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Γεωργίας το 2014, γι’ αυτό και την αποκαλούν δεύτερη Ιερουσαλήμ.
Μπήκα στον Καθεδρικό Ναό Svetitskhoveli όπου βρίσκονται θαμμένοι οι βασιλιάδες της Γεωργίας (πιο σημαντικός ο Ουάχτανγκ Γκοργκασαλί – Vakhtang Gorgasali), με τις περίφημες επιγραφές από πάνω και δεν μπορώ να καταλάβω πώς υπάρχουν ορισμένοι που πατούν, δείχνοντας αφενός ασέβεια και αφετέρου φθείρουν τα γράμματα.
Ήταν ωραία η βόλτα στα πλακόστρωτα σοκάκια αλλά πολύ καλύτερη η θέα από τη Μονή Shio mghvime, στην κορυφή του απέναντι λόφου. Μοναδική θέα όπως και εξαιρετικό το γεύμα στο εστιατόριο Kera πάνω στο ποτάμι, με χατσαπούρι (πίτα με τυρί), τσιασουσούλι σε πήλινο (μοσχαράκι με πιπεριές) και πέστροφα ψημένη στη λαδόκολλα με λεμόνι και σέλινο.
Σε κοντινή απόσταση το Ουπλιστσίχε (Uplistsikhe), ένας από τους παλαιότερους οικισμούς στην περιοχή του Καυκάσου. Μια πόλη της πρώτης χιλιετίας π.Χ., λαξευμένη σε βράχο, στην αριστερή όχθη του ποταμού Mtkvari, με διάφορες κατασκευές που χρονολογούνται από την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου έως τον Ύστερο Μεσαίωνα. Συνδυάζει πολλές μορφές κατασκευών με στοιχεία από την Ανατολία και το Ιράν έως παγανιστικά και χριστιανικά.
Στην Καχέτι την κύρια οινοποιητική περιοχή της Γεωργίας
Ήρθε η ώρα για κρασί. Όχι πώς δεν είχα δοκιμάσει μέχρι τώρα στα εστιατόρια που πήγα, αλλά αυτή τη φορά ετοιμαζόμουν για μια πραγματική οινογνωσία. Και στην περιοχή Καχέτι (Kakheti) το μάτι σου βλέπει έναν απέραντο αμπελώνα καθώς εκεί παράγεται το 70% του κρασιού της Γεωργίας και το μεγαλύτερο ποσοστό ηλιέλαιου, ενώ άφθονα είναι τα λαχανικά. Πρωτεύουσα της περιοχής το Τελαβί, στα ανατολικά, προς τα σύνορα με το Αζερμπαϊτζάν.
Επισκέφθηκα το οινοποιείο Γκιουαάνι (Giuaani), ένα μεσαίο, οικογενειακό με 300.000 φιάλες (!) παραγωγή (ξεκίνησε να λειτουργεί το 2014), που την εξάγουν σε περίπου 15 χώρες εκτός από τη Ρωσία, καθώς η Γεωργία δεν διατηρεί καθόλου καλές σχέσεις με τη χώρα αυτή. Το οινοποιείο ανήκει σε Γεωργιανό που έχει Ελληνίδα γυναίκα και συγκαταλέγεται στα οινοποιεία των «Δρόμων του Κρασιού» της Γεωργίας. Εκεί είδα την παραγωγή κβέβρι με όλο μαζί το σταφύλι μέσα. Γι’ αυτό και το χρώμα είναι σκούρο κίτρινο. «Θα μείνει 6 μήνες εδώ να ζυμωθεί», μου είπε ο Γκεόργκι, ο οινολόγος. Δοκίμασα την ειδική ποικιλία ειδική Μτσουάνε από το χωριό Μανάβι (Manavi), το Καχέτιαν γκριν – το πιο σημαντικό κρασί της περιοχής, όπως και την πιο γνωστή ποικιλία ολόκληρης της Γεωργίας, το Σαπεράβι (Saperavi), ένα κόκκινο κρασί που μένει σε δρύινα βαρέλια για 9 μήνες.
Το οινοποιείο έχει 21 ετικέτες κρασιού, και προσφέρει οινογνωσία με αμοιβή ανάλογα το πακέτο. Δοκίμασα και τσουρτσέλα, ένα σουτζούκι από μούστο με αρωματικά βότανα και καρύδια.
Στο δρόμο, συνάντησα πολλά αυτοκίνητα σοβιετικής εποχής όπως Zil, Uaz και Lada, που τα διατηρούν σε καλή κατάσταση για τις αγροτικές εργασίες, επειδή αντέχουν – ορισμένα είναι και με κίνηση του 6 τροχούς!
Η συνέχεια ήταν εξίσου εντυπωσιακή. Πηγαίνοντας στο χωριό Σίγναγι (Signaghi), στα 1.100 μ. υψόμετρο, που φτιάχτηκε από τον τελευταίο βασιλιά της χώρας για να προστατεύσει την περιοχή από τους επιδρομείς, με απίστευτη θέα στην κοιλάδα Αλαζάνι, το ποτάμι και τον χιονισμένο Καύκασο απέναντι, επισκέφθηκα το Lost Ridge Inn, Brewery & Ranch.
Με 6 δωμάτια στο ξενοδοχείο, ένα εξοχικό σπίτι κι άλλο ένα σαν βίλα, παιδότοπο, λαχανόκηπους και στάβλο με 12 άλογα για ιππασία. Ο καιρός δεν επέτρεψε για βόλτα, αλλά ήταν ό,τι έπρεπε για δοκιμή κρασιού από το δικό τους οινοποιείο με 120 ετικέτες, παρακαλώ. Εγώ δοκίμασα και πάλι κβέβρι, αλλά και μπύρα κραφτ που παράγουν στο μικρό ζυθοποιείο που διατηρούν.
Κι όλα αυτά με συνοδεία σούπας ματσόνι από παραδοσιακό γεωργιανό γιαούρτι, σοτισπούρι ψωμί, ντολμάδες με κρέας (σαν τους δικούς μας σαρμάδες), τυριά δικής τους παραγωγής και ένα χορταρικό τηγανητό που ήταν πεντανόστιμο. Ο Τζον, ο ιδιοκτήτης, ζωγράφος από το Μεξικό που πήγε στη Γεωργία και έμεινε μόνιμα, μου είπε πολλά για τη λειτουργία της επιχείρησης αλλά και τα μελλοντικά του σχέδια.
Η επίσκεψη στην περιοχή έκλεισε με μια επίσκεψη στο μουσείο του χωριού που φιλοξενεί ορισμένους πίνακες του διάσημου ζωγράφου Νίκο Πιροσμάνι, που εκεί γεννήθηκε.
Απολαυστικό φαγητό, με πλούσια γεωργιανή κουζίνα
Δεν έχω παράπονο από όσα γεύτηκα στην Τιφλίδα και στα υπόλοιπα μέρη που επισκέφθηκα. Η κουζίνα είναι πλούσια, διαφορετική από περιοχή σε περιοχή, και μολονότι το ελαιόλαδο δεν είναι στη βασική μαγειρική διότι αφενός έχουν ελάχιστες ελιές και αφετέρου ξεχειλίζουν από νόστιμο – πράγματι- ηλιέλαιο, τα γεύματα τα απολαμβάνεις.
Στην Τιφλίδα, το εστιατόριο Rigi Gastro Ducan, πάνω στον ποταμό, σου προσφέρει θέα αλλά και ποιότητα. Διαλέγεις ανάμεσα σε τρία διαφορετικά ψωμιά: σάουφχα (shavpkha), λομταγκόρα (lomtagora) και ντόλις μπρεντ (dolis bread) και προχωράς στο… παρασύνθημα. Θέλεις Ρατσαχάμ Racha ham (χοιρινό όπως το χαμόν) φρεσκοκομμένο; Θέλεις χατσαπούρι (khachapuri), την παραδοσιακή πίτα με 48 διαφορετικούς τύπους (έπειτα από τρία χρόνια έρευνας); Σκμερούλι (Shkmeruli) κοτόπουλο με σκόρδο και σως σκόρδου (δεν είναι καθόλου «βαρύ» στο στομάχι), πιάτο μανιτάρια με σέλερι, ντάμπαλ χάτσο κατσικίσιο τυρί κρέμα, μελιτζάνες φέτες σε ρολό με κράμα καρυδιού και μπρικ; Ο,τι κι αν παραγγείλεις θα το ευχαριστηθείς.
Στο εστιατόριο Barbarestan, αλλάζεις επίπεδο. Το όνομα προέρχεται από μια γυναίκα που το 1874 έγραψε ένα βιβλίο με 800 συνταγές. Το βιβλίο αυτό το αγόρασε από έναν πλανόδιο ο ιδιοκτήτης – ούτε 15 ευρώ δεν έδωσε. Το οικογενειακό εστιατόριο έχει το βιβλίο αυτό σαν βίβλο, το επιδεικνύουν στους πελάτες και τώρα χρησιμοποιούν τις 350 από τις 800 συνταγές. Μολονότι δεν είναι βραβευμένο με αστέρια Μισελέν, διότι στη Γεωργία δεν έχει πάει ο «οδηγός Μισελέν», εντούτοις συγκαταλέγεται στα 50 καλύτερα εστιατόρια του κόσμου, με θαυμάσια ατμόσφαιρα και μοναδικό σέρβις.
Στο Old City Wall, που βρίσκεται στο τοίχος του 16ου αιώνα, με τα κόκκινα τούβλα, αισθάνεσαι ότι είσαι σε εκείνη την εποχή. Τότε λειτουργούσε ως αποθήκη κρεάτων και από τον 17ο αιώνα έγινε εστιατόριο με παραδοσιακή κουζίνα Τιφλίδας.
Μοναδικές γεύσεις και θέα στο κάστρο θα βρεις στο εστιατόριο Τamara, ενώ στο Pictograma θα δοκιμάσεις βρασμένο χινκάλι, που είναι ζυμαρικό σαν πουγκί, γεμιστό με ζουμερό, μυρωδάτο μοσχαρίσιο κρέας. Το παραδοσιακό γίνεται με αρνί, αλλά το προσαρμόζουν ανάλογα τις απαιτήσεις. Η μερίδα είναι καμιά δεκαριά χινκάλι. Σταμάτησα στα έξι, με συνοδεία σαλάτας. Κράτησα χώρο για την επόμενη φορά στην Τιφλίδα, που ήταν μια must be επιλογή. Όπως μοναδική ήταν και η παρέα με τον Κάρλτος Τσαμπασβίλι και την Μάκα Μακατσάρια από το γραφείο Τουρισμού του Υπουργείου Οικονομικών.
Ο τουρισμός στην πρώτη γραμμή του σχεδίου οικονομικής ανάπτυξης της Γεωργίας
Συνομιλώντας με την Μάγια Ομιάτζε (Maya Omiadze) επικεφαλής της Εθνικής Διοίκησης Τουρισμού της Γεωργίας, μου επιβεβαίωσε αυτά που είχα γράψει προ καιρού, όταν η Γεωργία συμμετείχε στην έκθεση Philoxenia της Θεσσαλονίκης.
Η Μάγια Ομιάτζε μου είπε ότι πράγματι «κατά τα τρία τρίμηνα του 2023, η Γεωργία σημείωσε ανάκαμψη 109% στην εξυπηρέτηση των διεθνών επιβατών, σε σύγκριση με τα αντίστοιχα στοιχεία του 2019, και ο ρυθμός συχνοτήτων πτήσεων ισοδυναμούσε με 137% ανάκτηση των δεδομένων Σεπτεμβρίου 2019. Το τρίτο τρίμηνο του έτους, η Γεωργία ανέφερε συνολικό εισόδημα 1.447.121.966 δολαρίων. Αυτό το εντυπωσιακό ποσοστό συμβάλλει σε ένα σωρευτικό εισόδημα 3.251.651.900 δολαρίων για το 2023, ήτοι +25,9% σε σύγκριση με το 2019».
Όλα αυτά δεν είναι τυχαία, καθώς η Γεωργία έχει θέσει τον τουρισμό σε προτεραιότητα. «Η χώρα μας έχει κάνει σημαντικά βήματα όσον αφορά την οικονομική ανάπτυξη και τις μεταρρυθμίσεις τα τελευταία χρόνια. Έχει αναδειχθεί σε μια δυναμική χώρα με ισχυρή δέσμευση για την οικοδόμηση μιας σύγχρονης και ανταγωνιστικής οικονομίας και τη δημιουργία ενός ελκυστικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος για ντόπιους και ξένους επενδυτές. Ο τουρισμός αποτελεί μια από τις προτεραιότητες της χώρας μας και η αειφόρος ανάπτυξή του βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του σχεδίου οικονομικής ανάπτυξης της κυβέρνησης της Γεωργίας καθώς και της στρατηγικής τουριστικής ανάπτυξης. Χάρη στις συντονισμένες ενέργειες του δημόσιου και ιδιωτικού κλάδου της χώρας, με τη δημιουργία νέων πιο ελκυστικών και ανταγωνιστικών τουριστικών προϊόντων, αυξημένη αεροπορική συνδεσιμότητα καθώς και διάθεση σημαντικών οικονομικών πόρων για την ανάπτυξη στις υποδομές, έχουμε δει σημαντική ανάκαμψη του αριθμού των διεθνών επισκεπτών στη χώρα», είπε η Ομιάτζε.
Ρωτώντας την για το ποιες χώρες αποτελούν τουριστικές αγορές για τη Γεωργία, η Μάγια Ομιάτζε ανέφερε τις: Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία, Πολωνία, Ηνωμένο Βασίλειο, χώρες του Αραβικού Κόλπου (Σαουδική Αραβία, ΗΑΕ, Κουβέιτ, Μπαχρέιν, Ομάν και Κατάρ), της Βαλτικής, ΗΠΑ, Κίνα και Ινδία.
Όσον αφορά την Ελλάδα είπε ότι: «Λόγω των απευθείας πτήσεων και των προσπαθειών μάρκετινγκ, ο αριθμός των διεθνών επισκέψεων επισκεπτών από την Ελλάδα αυξάνεται συνεχώς. Κατά τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2023, ο αριθμός των επισκεπτών από την Ελλάδα έφτασε τις 16.493 επισκέψεις, που αντιπροσωπεύει αύξηση 48,3% σε σύγκριση με το 2022 και αύξηση 3,4% σε σύγκριση με το 2019».
Μάλιστα, προτείνει στους Έλληνες επισκέπτες να επισκεφθούν τη χώρα που προσφέρει μια ποικιλία χαρακτηριστικών. «Η Γεωργία διαθέτει εκπληκτικά φυσικά τοπία, τα βουνά του Καυκάσου, καταπράσινα δάση και γραφικές κοιλάδες. Οι Έλληνες τουρίστες που εκτιμούν τη φύση και τις υπαίθριες δραστηριότητες μπορούν να κάνουν την άνοιξη πεζοπορία στον Καύκασο και κάμπινγκ. Οι λάτρεις της περιπέτειας μπορούν να συμμετάσχουν σε δραστηριότητες όπως αλεξίπτωτο πλαγιάς, ράφτινγκ, ιππασία και άλλες δραστηριότητες που κόβουν την ανάσα. Επίσης, η Γεωργία είναι μια από τις παλαιότερες οινοπαραγωγικές χώρες στον κόσμο με παράδοση που εκτείνεται σε χιλιάδες χρόνια. Οι Έλληνες τουρίστες μπορούν το φθινόπωρο να συμμετάσχουν στον τρύγο σχεδόν σε όλες τις οινοπαραγωγικές περιοχές της Γεωργίας, το καλοκαίρι να κάνουν μπάνιο στα παράλια ή το χειμώνα να απολαύσουν το χιόνι σε 4 διαφορετικά χιονοδρομικά κέντρα που έχει η χώρα (Gudauri, Bakuriani, Svaneti και Goderdzi), με πιο προσιτό κόστος σε σύγκριση με πολλούς δυτικοευρωπαϊκούς προορισμούς. Μπορούν επίσης να απολαύσουν την παραδοσιακή γεωργιανή κουζίνα με ποικιλία από πιάτα, από khachapuri (ψωμί με τυρί) έως khinkali (ζυμαρικά)», εξήγησε η Μάγια Ομιάτζε, τονίζοντας ότι η Γεωργία είναι ένας προορισμός τεσσάρων εποχών.
Να λοιπόν που στα ανατολικά της υδρογείου, από εμάς, θα δεις και θα βιώσεις διαφορετικά και συνάμα όμορφα.